Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2008

Το Τρίτο Ουά!

  • ΒΙΟS
    ΜΑΙΡΗ

    28- Πωλήτρια καστήματος καλλυντικών- Λαϊκών καταβολών- αυθόρμητη-τρυφερή-χειμαρρώδης- παρορμητική- Με πατέρα που δουλεύει σε συνεργείο και μητέρα στα‘οικιακά’ αποφάσισε με το πρώτο της κομπόδεμα να νοικιάσει διαμέρισμα στην Καλλιθέα.

    ΘΟΔΩΡΗΣ
    35- Παιδί για όλες τις δουλειές. ‘Εχει πάθος με το bodybuilding. Το πάθος του για τη ΜΑΙΡΗ έχει καταλαγιάσει. ‘Εξυπνος, κοινωνικός, με πολλές γνωριμίες δεν μπορεί να καταλάβει γιατί ακόμη δεν έπιασε την ‘καλή’ παρά μόνο δουλεύει ‘πόρτα΄ σε βραδυνά μαγαζιά. Του αρέσουν τα ακριβά ρούχα (για να τονίζει και το αθλητικό του παράστημα) αλλά τα χρήματα δεν έρχονται από πουθενά. Ζει με τη μητέρα του –ξένος στο ίδιο σπίτι- στο Γουδί, όπου και γεννήθηκε.

    ΜΕΡΟΠΗ
    47- Φαρμακοποιός. Της άρεσε από μικρή η μουσική αλλά οι σπουδές της στράφηκαν αλλού με προτροπή των δικών της, εύπορης οικογένειας εμπόρων στη Θεσσαλονίκη. Με το γάμο της με τον ΝΙΚΟ ήρθε στην Αθήνα και ασχολείται με το φαρμακείο που της ανήκει στο Χολαργό. Γνώρισε τη ΘΕΩΝΗ όταν ασχολήθηκε με το σύλλογο γονέων του σχολείου της κόρης της ΝΑΝΤΙΑΣ, 17. Ο ΝΙΚΟΣ συμμαθητής από το Πανεπιστήμιο και μεγαλοστέλεχος φαρμακευτικής την απατά συστηματικά.

    ΘΕΩΝΗ
    51-Καθηγήτρια. Γεννήθηκε στο Κουκάκι, όπου ακόμη διδάσκει Φυσική στο Γυμνάσιο. Ζει μόνη της μετά το διαζύγιό της. Η κόρη της ΑΝΤΖΥ, 21 σπουδάζει γραφιστική στην Αγγλία και με δική της επιλογή από τα 16 ματακόμισε με την οικογένεια του πατέρα της και τα θετά της αδέλφια. Η ΘΕΩΝΗ αγαπά τις εξόδους στην πόλη, τις εφημερίδες και το τηλέφωνο.

    ΣΕΒΙΤΟΡΟΣ
    Δουλεύει σε ανάλογες θέσεις 4 χρόνια. Στο συγκεκριμένο εστιατόριο είναι μόλις 2 εβδομάδες. Είναι παντρεμένος με τιν ΙΡΙΝΑ, Ρωσίδα μετανάστρια, που τη γνώρισε ως ‘συνοδό’ του αδελφού του. Έχουν ένα παιδί 2 ετών.


    ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΟΥΑ

Σε ένα εστιατόριο μοδάτο στο κέντρο της πόλης.
Παρασκευή βράδυ. Το εστιατόριο είναι γεμάτο κόσμο.

Ο ΘΟΔΩΡΗΣ εμφανώς εκνευρισμένος κάθεται στο τραπέζι κοιτώντας κλεφτά το κινητό. Ο ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ στέκεται πάνω από το τραπέζι που έχουν στρωθεί 2 σερβίτσια. Ο ΘΟΔΩΡΗΣ ξεφυλλίζει ανόρεχτα το μενού.

ΘΟΔΩΡΗΣ

Τέτοια ώρα, έπρεπε να είχα φάει. Θα ήμουν στο 4ο μικρό γεύμα και όλα εδώ είναι με σάλτσες.
(φουσκώνει τους θωρακικούς μυς και τραβά νευρικά το γιακά γύρω από το λαιμό του)

ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ
(κοιτά ανυπόμονα τα διπλανά τραπέζια μήπως και έχει κλήση και ξεφύγει)
...

ΘΟΔΩΡΗΣ
Επειδή περιμένω μισή ώρα και, πέτα στο γκριλ ένα ψαρονέφρι, κόψε τα λιπάκια απ΄ τα πλαινά και σέρβιρε με ρύζι. Απλό. Ανάλατο. Για τα ορεκτικά περιμένω παρέα. Αν και θα μου την κόψει την όρεξη πάλι όταν έρθει...

ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ
Θα πιείτε κάτι?

ΘΟΔΩΡΗΣ
Ασε, νεράκι του Θεού.

Ο ΘΟΔΩΡΗΣ ξανακοιτά ανόρεκτα το κινητό που βγάζει από την εσωτερική τσέπη του σακακιού του. Καμία κλήση. Με μηχανική κίνηση κάνει διάταση στον αριστερό του αγκώνα και γυρίζει το κεφάλι σα να προσπαθεί να απαγκυλώσει το σβέρκο του.
Δυο μεσήλικες κυρίες κάθονται στο διπλανό τραπέζι. Τις ακούει να φλυαρούν χαρούμενα.

ΜΕΡΟΠΗ
Έκτακτα! Αχ η τυχερή μας μέρα, χωρίς κράτηση και νάτο το τραπέζι... Ξέρεις εδώ έχουν λίστα αναμονής.

ΘΕΩΝΗ
Σκέψου και να έσκαγε η μπόρα και να ψάχναμε χωρίς ομπρέλλες για να τσιμπήσουμε.

ΜΕΡΟΠΗ
Ααα, όλο τις χάνω Θεώνη μου! Και μου μένουν αμανάτι τα κασκόλ που τα αγοράζω ασορτί με την ομπρέλλα!

ΘΕΩΝΗ
Δεν πειράζει που ξεχνάς γλυκειά μου. Αρκεί που επιλέγεις πάντα τη σωστή ταινία!

ΜΕΡΟΠΗ-ΘΕΩΝΗ
Γελάνε χαριτωμένα.

Μπαίνει βιαστικά η ΜΑΙΡΗ με το κασκόλ να κρέμεται παράταιρα. Κρατά με τα δυο χέρια ένα μεγάλο κουτί τυλιγμένο άτσαλα και προσπαθεί να ισορροπήσει δυο σακούλες από το σούπερ μάρκετ.

ΜΑΙΡΗ (βλέποντας το ΘΟΔΩΡΗ)
Αγαπούλααα! Περιμένει πολλή ώρα το τσουρεκάκι μου?

ΘΟΔΩΡΗΣ (κοιτώντας γύρω του)
‘Ελα κάτσε!

Η ΜΑΙΡΗ συνομωτικά μετά την απότομη προτροπή του να καθήσει τακτοποιείται όπως-όπως απέναντι, βάζοντας πρώτα πολύ προσεκτικά το κουτί στην καρέκλα ανάμεσά τους. Ακούγονται ήχοι γυαλικών από τις σακούλες που αφήνει να πέσουν στα πόδια της.

ΘΟΔΩΡΗΣ
Σου έχω πει 100 φορές να μην με λες έτσι!

ΜΑΙΡΗ
Ρε Ρούλη μου αφού έτσι φωνάζω το μωρούλι μου!

ΘΟΔΩΡΗΣ (κοιτώντας το κουτί)
Τι έφερες? Επέτειος αποκλείεται!

ΜΑΙΡΗ
Πρώτα πρέπει να πιούμε! Νερό? (κοιτάει το τραπέζι τους). Αχ πάντα της υγιεινής το μωρούλι! Λοιπόν, κρασί και ακριβό παρακαλώ!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Σου είπαν πώς πήρα καμιά κληρονομιά? ‘Η νομίζεις πως έχουμε 1η του μηνός?

ΜΑΙΡΗ
Οχι, θα μας είχανε πληρώσει!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Και αφού δεν σε πλήρωσε ο Χόντος, καλά το κρασί, τα δώρα τι τα θέλεις? Αφού σου έχω πεί, από όργανα γυμναστικής είμαι κομπλέ.

ΜΑΙΡΗ
Κορμάρα μου εσύ!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Τι πήρες ρε Μαίρη?

ΜΑΙΡΗ
Επρεπε ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ να βρω σούπερ μάρκετ ανοιχτό! Είναι τα... αξεσουάρ του...

ΘΟΔΩΡΗΣ
Τρώγεται? Για να δώ....

ΜΑΙΡΗ
Τζίζ! Μην το πειράζεις.
(του χτυπά το χέρι στο τραπέζι)

ΘΟΔΩΡΗΣ
Μαίρη, τα παιχνιδάκια τα βαρέθηκα. Θέλω σαν άντρας να γίνω ανεξάρτητος. Να ανοίξω τη ρημάδα την επιχείρηση και να τη δουλεύω νύχτα-μέρα! Αλλά τα γαμημένα δεν μαζεύονται εύκολα στην άκρη..,Και σε βλέπω εσένα να τα σκορπάς, να κλείνεις τραπέζια σε ακριβά μαγαζιά, να ψωνίζεις σα να μην ξέρεις τι έχεις...

ΜΑΙΡΗ
Σσσσς! Μην Φωνάζεις! Και όχι κακές λέξεις! Έτσι? (τρυφερά)

ΘΟΔΩΡΗΣ
Να παραγγείλει η κοπέλλα και να..πληρώσει η κοπέλλα!

ΜΑΙΡΗ
Μόνο το κρασάκι θα πιούμε μάτια μου. Και να σου πώ τι θέλω και να πάμε σπιτάκι.

ΘΟΔΩΡΗΣ
Σπιτάκι ΣΟΥ! Εσύ στη γκαρσονιέρα σου και εγώ στη μάνα μου!
(προς το σερβιτόρο)
Δεν θα φάει η κυρία, φέρε μόνο την Άδολη Γη και δυο ποτήρια.

ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ
Να σας πάρω τα ψώνια μέσα να είστε πιο άνετα?

ΜΑΙΡΗ
Οοοοχι, οοοχι τα θέλω εδώ μαζί μου. Πάρτε το κασκόλ αν θέλετε κάτι να πάρετε.

ΜΑΙΡΗ
Αχ αγάπη μου, τώρα τα βάρη μας θα γίνουν πιό πολλά!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Βάρη σηκώνω κάθε μέρα. ‘Ελιωσα στον πάγκο...Οπότε τι μου λες...

ΜΑΙΡΗ
Βάρη εννοώ γλυκά αγάπη μου! Απ αυτά που ξυπνάς το πρωί και τα βλέπεις δίπλα σου και λάμπει ο ήλιος!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Ρε Μαίρη, σας κάνουν και ποιητικές βραδυές στο Χόντο? Στα χρωμοσαμπουάν νόμιζα ότι δούλευες!

ΜΑΙΡΗ
Αχ μην με κόβεις, να χαρείς!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Τι να κόψω από το παράλογο?

ΜΑΙΡΗ
Αγάπη μου το ξέρω ότι μπορεί... να τόσο δα μπορεί..μποράκι..να με βαρέθηκες.

ΘΟΔΩΡΗΣ
Τάπαμε ρε Μαίρη δεν κυλάει άλλο...

ΜΑΙΡΗ
Αλλά υπάρχει πάντα Θεός και ...

ΘΟΔΩΡΗΣ
Σε κάλεσε να σε ρωτήσει για ντεκαπάζ!

ΜΑΙΡΗ
Μην γίνεσαι σκληρός, αφού είσαι το τσουρεκάκι μου! Ααα το κρασί μας...

Ο σερβιτόρος ανοίγει το μπουκάλι και γεμίζει τα δυο ποτήρια.

ΜΑΙΡΗ (συνομωτικά)
Μπύρα έπρεπε να πάρω. Αλλά μόνο για απόψε κρασί.

ΘΟΔΩΡΗΣ
Τώρα το άνοιξε! Γαμώτο, δεν καταλαβαίνεις ποτέ σου?

ΜΑΙΡΗ
Η μπύρα φέρνει γάλα ρε χαζό!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Γάλα? Τι γάλα?

ΜΑΙΡΗ
(Κατεβάζει τα χέρια σε νεύμα να μην φωνάζει)
Εεε τώρα, γάλα για μωρά μωρό μου!
(κοιτάει τα στήθη της)

ΘΟΔΩΡΗΣ
Αφού δεν ...

ΜΑΙΡΗ
Λοιπόν, λοιπόν στην υγειά ΟΛΩΝ μας
(σηκώνει το ποτήρι και κοιτά προς το κουτί).

Καθώς ακούγεται το τσούγκρισμα των ποτηριών, ένα παιδικό κλάμα γεμίζει το χώρο!

ΘΟΔΩΡΗΣ
(κοιτώντας με δέος το κουτί)
ΜΩΡΟ?

ΜΑΙΡΗ
Τα τρία μας τώρα! ΝΑΙ! Αχ κάτσε να δω τί έγραφαν τα γάλατα στο κουτί...

ΘΟΔΩΡΗΣ
Ποιανού είναι το μωρό Μαίρη?
(κοιτάει με περιέργεια το χαρτί που ξετυλίγει η Μαίρη)

ΜΑΙΡΗ
Θέλει και ρουχαλάκια! Αχ, να τους πούμε να μας ζεστάνουν νερό. Όχι, όχι, να πάμε σπίτι! Ασε πληρώνω εγώ.

ΘΟΔΩΡΗΣ
Κοιμήθηκε πάλι!

ΜΑΙΡΗ
Από τη στιγμή που το κράτησα γαλήνεψε. Αυτό είναι σημάδι ρε Θοδωρή!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Μαίρη, Μαίρη! (κατεβάζει τον τόνο της φωνής) Δεν είναι δικό σου!

ΜΑΙΡΗ
Τα κορίτσια έκλειναν ταμείο αργά απόψε και κάθησα να τους κρατήσω παρέα. Όταν πήγα να βγάλω τη στολή, τελευταία κλασικά, κοιτάω μπροστά στην πόρτα και το είδα!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Ηταν μόνο του?

ΜΑΙΡΗ
Σου λέω είχαμε αδειάσει από πελάτες. Και ήταν εκεί..Σαν το μωρό στο καλάθι σε εκείνο το ποτάμι που κάναμε στα θρησκευτικά...

ΘΟΔΩΡΗΣ
Μπορεί να το ζητήσουν πίσω.

ΜΑΙΡΗ
Θοδωρή κι εγώ το ζητούσα και δεν μου τό’δινε κανένας Θεός. Τώρα ήρθε και με βρήκε στην πόρτα!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Ποιός Θεός να σού’δινε? Το χάπι δεν τα κανόνιζε όλα?

ΜΑΙΡΗ (συνεσταλμένα)
Βρε, τσουρεκάκι το μόνο χάπι που παίρνω είναι το παναντολάκι μετά τα ξύδια...

ΘΟΔΩΡΗΣ
Μα...

ΜΑΙΡΗ
Εεε, τα κουτιά ήταν της Λίτσας. Εγώ σου λέω μόνο αναβράζοντα πίνω...

Η ΜΑΙΡΗ κοιτά το ριλάξ και με το ποτήρι κρασί στο χέρι είναι έτοιμη να βουρκώσει. Ο ΘΟΔΩΡΗΣ κοιτά ένοχα γύρω του όταν...

ΘΟΔΩΡΗΣ
Αχ κλαίει πάλι...

Η ΘΕΩΝΗ με τον ήχο του κλάματος γυρίζει την πλάτη και σηκώνεται να δει το μωρό στο ξετύλιχτο ριλάξ. Ο ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ αφήνει το πιάτο μπροστά στο Θοδωρή και κοιτά κι αυτός εκστασιασμένος.

ΣΕΒΙΤΟΡΟΣ
Αγκού! Αγκού βρε παραπονιάρα! Φτυστή ο μπαμπάς της!

Ο ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ χαμογελαστός απομακρύνεται.

ΘΕΩΝΗ
Αχ γιατί το φέρατε σε τόση φασαρία!

ΜΑΙΡΗ
Ε για να γίνει κοινωνικό, σαν τον μπαμπά του!

ΘΕΩΝΗ
Αγοράκι? Γιατί τα κίτρινα δεν με βοηθάνε να καταλάβω...

ΜΑΙΡΗ
Μμμμ, δεν το’δα...
(δυνατά) ναι, ναι ΑΕΚ είμαστε όλοι στο σπίτι!

ΘΕΩΝΗ
Είναι γλυκύτατος, ο...

ΜΑΙΡΗ
Μωυσής! Αυτός είναι! Μωυσής!

ΘΕΩΝΗ
Ωραίο όνομα! Βιβλικό...

ΜΑΙΡΗ
Και βιβλία και γυμναστική. Ο μπαμπάς είναι γυμναστής!

ΘΕΩΝΗ
Να σας ζήσει! Ωραίο ζευγάρι! Ωραίοι γονείς!

ΜΑΙΡΗ
Ευχαριστώ. Όλα του Θεού είναι, ξέρετε...

Ο ΘΟΔΩΡΗΣ σπρώχνει το πιάτο του και κοιτά σκυφτός στο ριλάξ. Απευθύνεται στη ΜΑΙΡΗ που έχει αρχίσει να αδειάζει παιδικές σκόνες και ένα λούτρινο κουνελάκι αστο τραπέζι.

ΘΟΔΩΡΗΣ
Ρε Μαίρη, ποτέ δεν το άκουσα αυτό να το λένε στους δικούς μου!

ΜΑΙΡΗ
Ελα, φάε θα κρυώσει. Και μην θυμάσαι πάλι το μπαμπά σου που σας άφησε μικρά. Η ζωή ανταμοίβει!

ΘΟΔΩΡΗΣ
Πώς να κατέβει η μπουκιά?

ΜΑΙΡΗ
Φάε να πάρεις δυνάμεις για τα βάρη! Εχουμε δουλειέεεες! Να βρούμε γιατρό, να αγοράσουμε παιχνίδια, κρεβατάκι, να ανοίξουμε το χώρο για να χωρέσει, βιβλία...ναι, βιβλία για να τον...ή την, θα δούμε... να τον κανακεύουμε...

ΘΟΔΩΡΗΣΚαι εμείς οι δυο ρε Μαίρη?

ΜΑΙΡΗ
Τρεις δεν γίναμε τώρα?

ΘΟΔΩΡΗΣ
Τα τρία κακά της μοίρας μας!

ΜΑΙΡΗ
Ρούλη, μην μας αφήσεις!

Η ΜΕΡΟΠΗ γυρίζοντας από την τουαλέτα και ρίχνοντας μια ματιά στο ριλάξ, επιστρέφει στο τραπέζι και χαμογελά.

MEΡΟΠΗ
Όλες μας ζωές-καρμπόν! Με ένα-δυό παιδιά να συμπληρώσουμε την ευτυχία, να κρατήσουμε τους άντρες μας στο σπίτι...

ΘΕΩΝΗ
Και τώρα κρατάμε η μιά το χέρι της άλλης. Εσύ διαζευγμένη...εγώ τρισκερατωμένη

ΜΕΡΟΠΗ
Πόσες φορές σε είδε η Άντζη όταν ήρθε για τις γιορτές από την Αγγλία?

ΘΕΩΝΗ
Μια φορά στο τραπέζι και μετά γραμμή για το μπαμπά της!

ΜΕΡΟΠΗ
Για αυτό σου λέω, άστους να χαρούν το κουτσούβελο! Κι εμείς...
(αγκαλιάζει τρυφερά τη ΘΕΩΝΗ στην πλάτη)

ΚΙ ΟΙ ΔΥΟ
Πλατεία– δωδέκατη σειρά!

ΜΕΡΟΠΗ
«Και μια θέση κενή δίπλα μας παρακαλώ».

Η ΘΕΩΝΗ και η ΜΕΡΟΠΗ γελούν ανοιχτόκαρδα και μετά ανοίγουν τις θέσεις τους πλησιάζοντας στο τραπέζι με το μωρό, όταν ξαφνικά βλέπουν τη ΜΑΙΡΗ να προσπαθεί το να κρατήσει στην αγκαλιά της. Αδέξια ελέγχει με το πίσω της παλάμης τη θερμοκρασία στο μπιμπερό και προσπαθεί να το ταίσει. Είναι το τρίτο κλάμα. Αλλά και η ΜΑΙΡΗ είναι δακρυσμένη. Ρουφάει τη μύτη της με θόρυβο και προσπαθεί να κάνει κάτι για πρώτη φορά. Εχει όμως μείνει μόνη στο τραπέζι.

ΜΑΙΡΗ (προς ΣΕΡΒΙΤΟΡΟ)
Ευχαριστώ...
(βλέποντας το μπιμπερό και κοιτώντας τον με παράπονο)
Πώς φαίνεται ο πατέρας...

ΘΕΩΝΗ
Αχ, ο Μωυσής πείνασε! Αλλά γιατί κλαίτε?

ΜΑΙΡΗ
Τίποτα, τίποτα. Συγκινήθηκα που έπιασα μπιμπερό...Με έχει ανάγκη. Και δεν τον λένε Μωυσή....

ΘΕΩΝΗ
Πώς τον λένε?

ΜΑΙΡΗ
Δηλαδή όχι ακόμη...

ΜΕΡΟΠΗ (Γελώντας)
Νονές πάντως εμείς! Ε εντάξει, να τον ρωτήσουμε πρώτα και τον μπαμπά...

ΘΕΩΝΗ
Αλήθεια, πού πήγε?

Η ΜΑΙΡΗ αφήνει το μωρό στα χέρια της ΘΕΩΝΗΣ και ξεσπά σε κλάσματα μέσα στην αγκαλιά της ΜΕΡΟΠΗΣ.

ΜΑΙΡΗ (στην αγκαλιά της ΜΕΡΟΠΗΣ)
Δεν το άντεξε... Ποτέ δεν το περίμενα... Τσουρεκάκι γιατί? Πάει η αγάπη μας...Και τώρα θα είμαστε εγώ και ο... το μωράκι μου...Αχ κυρία μου... Ούτε το όνομά σας δεν ξέρω...

ΜΕΡΟΠΗ
Θα σε φροντίσουμε κούκλα μου! Η Θεώνη και εγώ! Μερόπη!

ΘΕΩΝΗ
Αλλά το κάθαρμα να την αφήσει επί ξύλου κρεμάμενη με ένα αβάπτιστο....Αχ, όταν τα σπέρνουνε είναι καλά..

Οι τρεις γυναίκες κάθονται μαζί απορροφημένες από την φροντίδα του μωρού. Στο τραπέζι αραδιασμένα όλα τα περιεχόμενα της σακούλας.

ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ (προς ΜΑΙΡΗ)
Ελάτε, ο σύζυγός σας περιμένει έξω! Έφερε ταξί. Η βροχή δυνάμωσε και μέχρι να σταματήσει κάποιον έγινε μούσκεμα.

ΜΑΙΡΗ
Ρούλη μου!

ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ
Να σας βοηθήσω να τα μαζέψετε. Και ό,τι θέλετε πάρτε τηλέφωνο. Η γυναίκα μου φυλάει παιδάκια και ξέρει!

Η ΜΑΙΡΗ με τις ΜΕΡΟΠΗ και ΘΕΑΝΩ αφήνουν το τραπέζι και βγαίνουν από το εστιατόριο. Ο ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ αφού τις βοηθήσει να βγούν, γυρίζει να συγυρίσει το τραπέζι. Βρίσκει στο δάπεδο ένα σημείωμα που προφανώς παράπεσε από τις τσάντες με τα παιδικά ψώνια.

ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ (μονολογώντας)
Καλά μου άφησε τηλέφωνο? Δεν τό’χει η φουκαριάρα...

Ο ΣΕΡΒΙΤΟΡΟΣ διαβάζει το σημείωμα. Κάθεται στην καρέκλα της ΜΑΙΡΗΣ. Κοιτά συνομωτικά γύρω. Σηκώνεται εμφανώς ταραγμένος, τσαλακώνει το σημείωμα και το μαζεύει μαζί με τα χάρτινα σουπλά που προορίζονται για το μεγάλο κάδο με τα σκουπίδια.-

4 σχόλια:

MoSeS είπε...

mOSES είναι το bloggiκό μου όνομα, χεχεχεχε
Το έργο αναφέρεται εξ ημισείας στις συναντήσεις με τους
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ
ΚΥΡΙΑΚΟ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛΙΔΗ

Συγνώμη για την καθυστέρηση μιας ημέρας στην ανάρτηση!

περιμένω σχόλια.
ΜΑΝΟΣ

herinna/ είπε...

Α στο καλό σου με μπέρδεψες καλλιτέχνη! Οκ με το όνομα θα διαβάσω και θα σου στείλω
Ελένη

herinna/ είπε...

Τι έλεγε το σημείωμα; ήταν το συνοδευτικό του μωρού; κάτι άλλο;

perdikofryda είπε...

Το κατάλαβα εξαρχής: ο Μάνος είν' αυτός!!!... Χαρακτηριστικός στις πολύ λεπτομερείς και εύστοχες σκηνικές οδηγίες. Ε, ψιτ! Το παναντολάκι (αναβράζον) δεν είναι το καταλληλότερο... εύρημα για hangover: προκαλεί αναγουλιάσεις και τα τοιαύτα (εδώ παλιός ξυδάκιας - χικ!) Γκούχου-γκούχου!... Είμαι πολύ περίεργη να διαβάσω αυτό το σημείωμα...