Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2008

Μ’ ακούς;

ΑΠΟ ΜΑΡΙΑ ΦΡΑΓΚΟΥ

( Αίθουσα ινδικού εστιατορίου. Ένα ζευγάρι. Ο Μενέλαος, καλλιτέχνης, γύρω στα 40, μετρίου αναστήματος, ξυρισμένο κεφάλι, και η Δήμητρα, 33, μελαχρινή, κριτικός θεάτρου. Είναι μαζί 4 χρόνια. Στο εστιατόριο αυτό είναι πελάτες).

Γκαρ. - Αποφασίσατε;

Μαζί - Ναι, εγώ… ( Παύση. Κοιτιούνται.)

Δήμητρα - Πες…

Μενέλαος - Όχι, εσύ… Δεν είναι ευγενικό.. Κυρία μου…

Δήμητρα - Καλά λοιπόν. Ρύζι με σαφράν και πασάντα. Σαλάτα σιτρόν, έτσι;

Μενέλαος - Φυσικά. Και Σασλίκ για μένα. (Χωρίς να κοιτάξει τον κατάλογο των κρασιών, παραγγέλνει αυτό που παίρνουν πάντα) Από κρασί ξέρετε.

Γκαρ. - Βεβαίως κύριε. Ευχαριστώ.

Δήμητρα - (κάθεται άνετα, ανάβει τσιγάρο) Επιτέλους. Τώρα πια μπορώ να ησυχάσω. Τι μέρα! Από παντού τηλέφωνα. Όλοι σήμερα θυμήθηκαν προθεσμίες, πρεμιέρες και μεταφράσεις. Ο Ρήγος αύριο στο Εθνικό, με πήρε ο Βουτσινάς, θα κάνει Βατράχους και θέλει καινούργια μετάφραση, καλό αυτό, ά, και ο καναπές θα έρθει επίσης αύριο, μου ζήτησαν συγνώμη για την καθυστέρηση, μέχρι τις 3 οπωσδήποτε, πρέπει κάποιος να είναι σπίτι να τον παραλάβει, το φύλλο της Καθημερινής θα βγει νωρίτερα λόγω της απεργίας, άρα πρέπει να στείλω την κριτική πριν κοιμηθούμε απόψε κι ακόμα δεν ξέρω πόσο καλή να είμαι, η παράσταση απέτυχε αλλά οι τύποι μου είναι γενικά συμπαθείς, ούφ, τι να τους γράψω;

Μενέλαος - (βαρύς, δεν παρακολουθούσε τόση ώρα το μονόλογο, και ξαφνικά, από την παύση που δημιουργείται, συνειδητοποιεί ότι κάτι τον ρώτησε) Μμμμ, ναι… Ε;

Δήμητρα - Για το Λας Βέγκας λέω. Ούτε εσένα σου είχε αρέσει, αλλά πόσο αυστηρή να γίνω; Ο άλλος είναι καινούργιος ακόμα, τώρα δοκιμάζεται, δεν θέλω να τον πάρω από τα μούτρα ακόμα δεν ξεκίνησε, καταλαβαίνεις; Από την άλλη δεν αξίζει διθυράμβους ούτε για αστείο. Και ερωτώ: ποία η θέσις μου;

Μενέλαος - (πάλι κατόπιν εορτής αντιλαμβάνεται ότι κάτι τον ρώτησε) Ε; Στο Λας Βέγκας; Πότε θα πας;

Δήμητρα - ( ανήσυχη) Αγάπη μου είσαι καλά; Ακούς τι λέω;

Μενέλαος - (ανυπόμονα) Ναι, ε, όχι, δεν, αισθάνομαι πολύ καλά, μια ξαφνική αδιαθεσία, θα μου περάσει, μην ανησυχείς, αυτό το κρασί κόκαλα έχει σήμερα;

(στη στιγμή, εμφανίζεται ο σερβιτόρος με το κρασί και τα ψωμάκια τους)

Μενέλαος - ( Αναφωνεί) Επιτέλους!

Γκαρ. - Με συγχωρείτε για την καθυστέρηση. Πολλή κίνηση σήμερα. Χρειάζεται υπομονή. (σερβίρει, φεύγει)

Δήμητρα - (σηκώνει το ποτήρι της) Χρόνια μας πολλά αγάπη μου. Να τα εκατοστίσουμε! Να ξυπνάμε για πάντα ο ένας πλάι στον άλλο και να κάνουμε πολλά παιδιά!

Μενέλαος - (χαμογελάει βεβιασμένα. Έκπληκτος και μετανιωμένος) Α! πάλι το ξέχασα ε; Σήμερα είναι; Είσαι σίγουρη;

Δήμητρα - (γελάει καλόκαρδα) Εσύ τι λες; 21 Δεκεμβρίου 2002, η πιο μεγάλη νύχτα του χρόνου, με φίλησες πρώτη φορά! Είμαι πια τελείως συμφιλιωμένη, μην ανησυχείς, δεν θα το θυμηθείς ποτέ! Αλλά η φάτσα σου παίρνει μια τέτοια έκπληξη κάθε φορά… που δεν την αλλάζω με τίποτα! Κάτι σαν να πέφτεις από τα σύννεφα, ένας τρόμος σαν να γκρεμίζεσαι από το μπαλκόνι που δεν το θυμήθηκες εγκαίρως. Τρελαίνομαι. Είναι τέλειο. Έλα, θα τσουγκρίσεις στις ευχές μου;

Μενέλαος - Ναι… ε, εις υγείαν….

Δήμητρα - (γελώντας ανάλαφρα) στην υγειά μας! Σε λατρεύω! Δεν κρατιόμουν όλη μέρα να σε δω! (Απλώνει το χέρι της πάνω στο τραπέζι για να αγγίξει το δικό του. Πιάνονται) Πες μου τώρα, πως ήταν η δική σου μέρα. Ποιος σε πείραξε χαρά μου;

Μενέλαος - (Τραβώντας μαλακά το χέρι του. Με αγωνία) Ουφ, ναι με τσάκισε σήμερα. Πέταξα ένα κάρο προσχέδια. Τίποτα δεν βγήκε σωστό. Όλο νομίζω ότι το βρήκα κι όλο μου ξεγλιστράει μέσα από τα χέρια. Ευτυχώς ο πελάτης δεν με βιάζει…. Είμαι άχρηστος… Μια χρυσή, αδιάφορη μετριότητα. Αν έχω κατορθώσει ένα ή δύο συμπαθητικά έργα ήταν από τύχη, όχι από δική μου επιλογή. Το κεφάλι μου είναι στείρο. Μόνο κλισέ μπορώ να επαναλαμβάνω, αλλά για πόσο ακόμα θα μπορώ να κοροϊδεύω τον κόσμο; Θα με πάρουν χαμπάρι. Μάλιστα, αρχίζω να το εύχομαι. Να τελειώνει το μαρτύριο μια ώρα αρχύτερα.

Δήμητρα - (καθησυχαστικά) Είσαι πιεσμένος, αυτό είναι όλο. Πάμε Θεσσαλονίκη το σαββατοκύριακο να δω και το Βουτσινά; Θα είναι καλό να αλλάξεις λίγο παραστάσεις. Να κάνουμε βόλτες στη θάλασσα. Θα ηρεμήσουμε και οι δύο. Θα γυρίσουμε άλλοι άνθρωποι. Αχ πάμε!

Μενέλαος - ( Αδιάφορα) Δεν ξέρω… Μπορούμε να δοκιμάσουμε. Μόνο για τη βόλτα δηλαδή, γιατί το κενό που έχω στο κεφάλι μου δε θα γεμίσει με τίποτα. Έτσι μου ‘ρχεται να τα παρατήσω όλα. ( Απότομα) Θέλω να φύγω, Δήμητρα. Θέλω να σκάψω ένα λάκκο να χωθώ μέσα και να μείνω εκεί. Να μην ξαναδώ άνθρωπο.

Δήμητρα - Ναι, … προσπάθησε… να το δεις λογικά… είναι… συμβαίνει, όλοι περνάμε περιόδους κρίσης και πόσο μάλλον εσείς, θέλω να πω, τα πάντα είναι μέσα στο κεφάλι σας, δεν μπορείτε να στηριχτείτε πουθενά, εμείς έχουμε συγκεκριμένα ερεθίσματα, μια παράσταση, ένα κείμενο,… η δική σου δουλειά είναι όλη στον αέρα και δεν μπορεί καθημερινά να έχεις ιδέες, υπάρχουν και περίοδοι περισυλλογής. Δες το θετικά, σαν αναδιοργάνωση για παρακάτω. Ξέχνα τη δουλειά, βγες βόλτες, πήγαινε σε εκθέσεις, να μαζέψεις ερεθίσματα και υλικό. Αφού νιώθεις έτσι, χρειάζεται να τροφοδοτηθείς, ε;

Μενέλαος – (με αγωνία) δεν έχω κέφι. Θέλω να κοιμάμαι όλη μέρα.. Σωστά μιλάς, αλλά… δεν μπορώ! Βουλιάζω στην απραξία…. Δεν ξέρω αν είμαι απελπισμένος ή .. αδιάφορος. Αν κάτι με εκδικείται μέσα μου ή… αν τώρα κατάλαβα ότι όλα είναι μάταια. Έτσι μου φαίνεται… Όχι για τους γύρω μου ή για τον κόσμο, αλλά για μένα… Είμαι ανίκανος. Δεν μπορώ να κάνω κάτι για αυτό. Δεν κοροϊδεύω άλλο τον εαυτό μου. Τελείωσα. Μέχρι εδώ.

Δήμητρα - Εσύ; … Με τόσες διακρίσεις; Δε μου λές; Αν ήταν να μεταφέρεις στον καμβά αυτό το συναίσθημα, πώς θα ήτανε; Μου φαίνεται πολύ ωραία πρόκληση.

Μενέλαος - Δε θέλω να ξαναδώ καμβά στα μάτια μου. Καμία απορία δεν έχω για το πώς θα ήτανε…. Ας αλλάξουμε θέμα... Κουράστηκα. Πείνασα! Τουλάχιστον σε κάτι είμαι υγιής (χαμογελά)!

Πάνω στην ώρα φτάνει το φαγητό.

Γκαρ. - Καλή όρεξη!

Μαζί - Ευχαριστούμε!

Αρχίζουν να τρώνε με όρεξη.

Μενέλαος – Πώς όμως αλλάζει η διάθεση με το φαγητό ε; Άλλος άνθρωπος γίνομαι!

Δήμητρα - Αχ, ευδαιμονία!

Μενέλαος - Ευτυχία!

Δήμητρα - Τέρψη και ωφέλεια!

Μενέλαος - χμ, ενέργεια!

Δήμητρα - Πληρότητα!

Μενέλαος - Ενέργεια!!

Δήμητρα - (γελώντας) Πολύ χαίρομαι!

Μενέλαος - (της πιάνει το χέρι. Σοβαρά) Τι θα ‘κανα χωρίς εσένα;

Παύση. Τρώνε.

Δήμητρα - (Έχει πάρει τα πάνω της) Ζωγράφισέ με!

Μενέλαος - (Αρνητικά έκπληκτος) …..

Δήμητρα - Αφού δεν έχεις θέμα τώρα… Τόσο πολύ το ήθελες, αλλά δεν είχες χρόνο, παράτα τους όλους και ζωγράφισε εμένα.. Θυμάμαι όλες τις φορές που μου το ζήτησες. Το φως, τις πόζες, θα σου τις δείξω πάλι όλες να διαλέξεις.. Το χέρι μου…(του δείχνει) θυμάσαι το καλοκαίρι που χάιδευε τα κύματα και μου ‘πες «αυτό! Το θέλω! Θα το ζωγραφίσω;» Τόσα και τόσα έχουμε ζήσει… Εμπνεύσου από εμένα!

Μενέλαος - ( με ελπίδα) Το μεσημέρι εκείνο που ήσουν όρθια πάνω στο κρεβάτι, ε; (Αλλάζει ύφος, βάζει το κεφάλι του ανάμεσα στα χέρια, σαν να τον βαραίνει ξαφνικά) Όχι, …. Δε γίνεται…. Δεν μπορώ αγάπη μου. Δεν έχω… Δεν θα τραβήξω ούτε την πρώτη γραμμή.

Δήμητρα - Μενέλαε, μ’ αγαπάς;

Μενέλαος - ( Ειλικρινά) Δεν ξέρω.

Δήμητρα - (Στεναχωρημένη ) Δεν μου αξίζει αυτό.. Δεν μπορώ να γίνομαι μάνα κάθε τόσο και να ξαναστήνω ένα ερείπιο. Πρέπει να σταθείς στα πόδια σου μόνος σου. Κουράστηκα. Ξέρεις πόσο καιρό έχουμε να κάνουμε έρωτα; Είμαι 33 κι εσύ 40. Εγώ δεν χρειάζομαι φροντίδα, συμπαράσταση; Έρωτα;

Μενέλαος - (Τρίβει με το χέρι του ένα μικρό σπάσιμο στο ανθοδοχείο του τραπεζιού τους. Μια σταγόνα αίμα τρέχει από το κόψιμο) …

Δήμητρα - Τι κάνεις εκεί;

Μενέλαος - (Αδιάφορα) Καταρρέω.

Δήμητρα - Κοίταξέ με σε παρακαλώ. Μενέλαε, κοίτα με, σε χρειάζομαι κι εγώ.

Μενέλαος - Μακάρι η ζωή μου να ήταν τόσο απλή όσο η δική σου. Απλή και πετυχημένη. Δεν καταλαβαίνεις.

Δήμητρα - Μην με υποτιμάς σε παρακαλώ. Δεν είσαι ο μόνος που έχεις αγωνίες. Δεν έχεις ιδέα για τις δικές μου μόνο επειδή οι δικές σου μονοπωλούν διαρκώς τη ζωή μας. Κανενός η ζωή δεν είναι απλή, η διαφορά είναι ότι εγώ προσπαθώ μόνη μου να σταθώ στα πόδια μου. Αν έδινες λίγη σημασία όταν σου μιλώ θα καταλάβαινες. Και ίσως να εκτιμούσες.

Μενέλαος - Σε εκτιμώ, και όχι μόνο, σε θαυμάζω που με αντέχεις. Απορώ πώς τα καταφέρνεις.

Δήμητρα - Βλέπεις; Έρχεσαι στα λόγια μου. Αυτή η κατάσταση δεν είναι μια φάση, που θα περάσει, είναι μόνιμη πια, με μικρές αναλαμπές ανάτασης. Τι θα γίνει;

Μικρή Παύση.

Μενέλαος - ( Απλά, χωρίς καμία αυτοεκτίμηση ) Χώρισέ με.

Δήμητρα - Μόνο αυτό έχεις να πεις;

Μενέλαος Δε γίνεται αλλιώς… Αυτός είμαι Δήμητρα. Τίποτα παραπάνω. Δε σου προσφέρω. Δεν σου αξίζω.

Δήμητρα - Δεν είναι έτσι. Δεν ήσουν πάντα έτσι. Τον τελευταίο χρόνο κάτι σε βουλιάζει. Έχεις παραιτηθεί τελείως. Δε μ’ αγαπάς πια;

Μενέλαος - Σ’ αγαπώ, …. δεν ξέρω… Σε ξέρω. Αλλά με βλέπω καθαρά. Αυτός είμαι. Αυτός είναι ο τρόπος μου. Δεν έχω άλλον.

Δήμητρα - Η αγάπη είναι φροντίδα, νοιάξιμο. Δεν είναι αδιαφορία. Δεν μ’ ακούς πια. Αυτό είναι αγάπη; Προσπάθησε λίγο. Σε παρακαλώ. Δεν μπορεί…

Μενέλαος - ( Παραιτημένος ) Χώρισέ με. Είναι η μόνη λύση.

Παύση. Κοιτάζονται στα μάτια. Η Δήμητρα απαιτεί, παρακαλεί, περιμένει βουβά, ο Μενέλαος αμείλικτα κενός, αποφασισμένος.

Μενέλαος - Χώρισέ με.

Δήμητρα - ( Προσπαθεί να συγκρατήσει τα δάκρυά της ) Θα πάω σπίτι, να πάρω το λαπτοπ, και θα κοιμηθώ στην Άννα. (Σηκώνεται) Αντίο. Αν αλλάξεις γνώμη πάρε με τηλέφωνο…

Η Δήμητρα φεύγει. Ο Μενέλαος κάνει νόημα για ένα ακόμα μπουκάλι. Συνεχίζει να πίνει. Ανάβει τσιγάρο. Σιγά-σιγά το πρόσωπό του αλλάζει. Χαλαρώνει μέσα στη συνειδητοποίηση της μοναξιάς. Αφήνει το βλέμμα του να περιπλανηθεί στο χώρο. Εντοπίζει μια άγνωστη κάποια τραπέζια μακρύτερα που τον κοιτά χαμογελαστά. Ανταποκρίνεται βεβιασμένα. Η άγνωστη τον πλησιάζει.

Άγνωστη - Γεια! Τι κάνεις;… Να καθίσω;

Μενέλαος - ( Παίρνοντας βαθιά ανάσα)…. Μόλις χώρισα!...

Άγνωστη - (Πήγε να καθίσει, αλλά τώρα το σκέφτεται) Α! … Γιατί;

Μενέλαος - ( Μετά από σκέψη ) Ήμουν μόνος… Πολύ… μόνος…

Αυλαία.

1 σχόλιο:

perdikofryda είπε...

Μενέλαος... ο αιώνιος καλλιτέχνης ανήρ!... Σε ορισμένα (μόνο λιγοστά) σημεία θα προτιμούσα το διάλογο πιο ατακαριστό: με μικρότερες σε μέγεθος ατομικές αράδες... (Στη Θεσσ/κη μένει ο Βουτσινάς?! Μμμ... Δεν το ήξερα...)